
Η Μεσογειακή Διατροφή, αν και παγκοσμίως διάσημη αποτελεί ένα διατροφικό μύθο καθώς είναι πιθανόν, η αρχική της έννοια να διαστρεβλώθηκε.
Η Μεσογειακή Διατροφή έχει μετατραπεί σε εργαλείο πολιτικής και εμπορίου σύμφωνα με το Politico, το οποίο αποκαλύπτει πώς η αρχική της έννοια διαστρεβλώθηκε, δημιουργώντας έναν μύθο με οικονομικές και διατροφικές επιπτώσεις.
Η ιστορία ξεκινά τη δεκαετία του 1950, όταν ο Άνσελ Κις, Αμερικανός φυσιολόγος, και η σύζυγός του Μάργκαρετ, χημικός, πέταξαν στη Νότια Ιταλία αναζητώντας την απάντηση σε ένα ιατρικό μυστήριο: Γιατί οι εργάτες της Νάπολης ζούσαν περισσότερο και υπέφεραν λιγότερο από καρδιακά νοσήματα σε σύγκριση με τους μεσήλικες Αμερικανούς επιχειρηματίες;
Οι μετρήσεις που έκαναν στους κατοίκους της Νικότερα, μιας παραλιακής πόλης στη νότια Ιταλία, έδειξαν ότι είχαν χαμηλή χοληστερόλη και σπάνια εμφάνιζαν καρδιοπάθειες. Για να το επιβεβαιώσουν, κατέγραψαν τι έτρωγαν οι κάτοικοι για τρία χρόνια.
Η διατροφή τους βασιζόταν σε «cucina povera» (φτωχική κουζίνα):
- Τοπικά, βιολογικά προϊόντα
- Ελάχιστο κρέας και γαλακτοκομικά
- Άφθονα φρούτα, λαχανικά και δημητριακά
- Λίγο ελαιόλαδο και κρασί
- Σχεδόν μηδενική κατανάλωση ζάχαρης και αλατιού
Με βάση αυτά τα δεδομένα, επιστήμονες οργάνωσαν τη διάσημη μελέτη «Seven Countries Study», τη μεγαλύτερη επιδημιολογική έρευνα στην ιστορία, που περιλάμβανε 12.000 άνδρες από τρεις ηπείρους. Η επιτυχία της μελέτης μετέτρεψε το ζευγάρι Κις σε διεθνείς διατροφικούς αστέρες, οδηγώντας τους στη συγγραφή πολλαπλών best-seller βιβλίων μαγειρικής.
Το «How to Eat Well and Stay Well the Mediterranean Way» εκδόθηκε το 1975, φέρνοντας μια πληθώρα παραδοσιακών μεσογειακών συνταγών στα τραπέζια της υπερσιτισμένης βιομηχανικής Αμερικής.
Το ειδυλλιακό αφήγημα της Μεσογειακής Διατροφής αποδείχθηκε καταλυτικό για την επιτυχία του βιβλίου, βοηθώντας στη διάδοση της έννοιας του «la dolce vita» πέρα από τον Ατλαντικό. Αυτό συνέβαλε σε σημαντική μείωση των καρδιακών προσβολών, σώζοντας χιλιάδες ζωές και οδηγώντας στη ραγδαία παγκόσμια άνοδο της ιταλικής κουζίνας.
Υπάρχει όμως και μια διαφορετική ερμηνεία. Ο Ιταλός ιστορικός Αλμπέρτο Γκράντι ισχυρίζεται ότι οι Κις δεν κατέγραψαν απλώς τη διατροφή της εποχής, αλλά επινόησαν ένα ιδανικό μοντέλο για να βοηθήσουν τους Αμερικανούς να τρέφονται πιο υγιεινά. «Οι Ιταλοί δεν ακολούθησαν ποτέ τη Μεσογειακή Διατροφή. Ο Keys δημιούργησε ένα φανταστικό μοντέλο διατροφής», λέει ο Γκράντι.
Αντί για μια συνειδητή, υγιεινή διατροφή, η λιτότητα των γευμάτων τους ήταν αποτέλεσμα φτώχειας.
Η Μεσογειακή Διατροφή δεν ανακαλύφθηκε-εφευρέθηκε
Η Μεσογειακή Διατροφή δεν ανακαλύφθηκε – εφευρέθηκε. Και η λεπτή σιλουέτα των κατοίκων της Νικότερα δεν οφειλόταν στη διατροφή, αλλά στην πείνα. «Ο Keys πήγαινε στα σπίτια των ανθρώπων και εκείνοι ντρέπονταν. Του έλεγαν ‘Έλα αύριο, γιατί σήμερα δεν έχουμε τίποτα να φάμε’ ή είχαν μόνο πολέντα και αλεύρι από κάστανα», υποστηρίζει ο Γκράντι.
Το να υποστηρίζει κανείς ότι αυτοί οι άνθρωποι απολάμβαναν κάποιον αρχαίο γαστρονομικό παράδεισο είναι «προσβλητικό για τη μνήμη των παππούδων και των προπαππούδων μας. Γιατί εκείνοι πεινούσαν».
Η Μεσογειακή Διατροφή γίνεται brand
Αν και αμφιλεγόμενη, η θεωρία του Γκράντι εξηγεί τη μεταμόρφωση της Μεσογειακής Διατροφής σε ένα εμπορικό προϊόν. Αρχικά, οι πλούσιοι Ιταλοί του Βορρά κορόιδευαν την ιδέα να μιμηθούν τις διατροφικές συνήθειες του φτωχού Νότου. Όμως, τη δεκαετία του 1990, το κίνημα Slow Food και η παγκόσμια αναγνώριση της Μεσογειακής Διατροφής έδωσαν άλλη διάσταση στο αφήγημα. Το 2010, η UNESCO αναγνώρισε τη Μεσογειακή Διατροφή ως άυλη πολιτιστική κληρονομιά της ανθρωπότητας.
Αν και δεν προοριζόταν για εμπορική χρήση, στην πράξη έγινε το τέλειο εργαλείο marketing. Η Μεσογειακή Διατροφή έγινε συνώνυμο της «Μεσογειακής Κουζίνας», σαν ό,τι έτρωγαν οι Ιταλοί να ήταν αυτόματα υγιεινό. Το 2023, οι εξαγωγές τριπλασιάστηκαν στα 70 δισ. ευρώ.
Η Μεσογειακή Διατροφή δεν υπάρχει πια. Κάποιος να το πει στους Ιταλούς, καταλήγει το δημοσίευμα του Politico.