Η αύξηση στις διαγνώσεις της ΔΕΠΥ (Διαταραχή Ελλειμματικής Προσοχής και Υπερκινητικότητας) οφείλεται σε διάφορους παράγοντες, οι οποίοι σχετίζονται με την καλύτερη κατανόηση, ευαισθητοποίηση και διάγνωση της διαταραχής.
Η αύξηση των διαγνώσεων δεν σημαίνει απαραίτητα ότι η διαταραχή εμφανίζεται πιο συχνά από παλιά, αλλά μάλλον ότι είμαστε καλύτερα εξοπλισμένοι να την αναγνωρίζουμε και να την αντιμετωπίζουμε.
Οι βασικοί λόγοι είναι:
- Καλύτερη ενημέρωση και εκπαίδευση: Η ευαισθητοποίηση σχετικά με τη ΔΕΠΥ έχει αυξηθεί τα τελευταία χρόνια, τόσο σε γονείς όσο και σε εκπαιδευτικούς και επαγγελματίες υγείας. Αυτό οδηγεί σε περισσότερους ανθρώπους να αναγνωρίζουν τα συμπτώματα και να ζητούν βοήθεια.
- Βελτίωση διαγνωστικών εργαλείων: Τα διαγνωστικά κριτήρια και τα εργαλεία έχουν εξελιχθεί, καθιστώντας τη διάγνωση πιο ακριβή και αποτελεσματική.
- Μείωση του στίγματος: Η μείωση του στίγματος γύρω από τις ψυχικές διαταραχές ενθαρρύνει περισσότερους γονείς και ενήλικες να αναζητούν διάγνωση και θεραπεία.
- Εξέλιξη της ιατρικής επιστήμης: Κατανοούμε καλύτερα τη ΔΕΠΥ ως μια νευροαναπτυξιακή διαταραχή, κάτι που έχει οδηγήσει σε περισσότερες διαγνώσεις που παλιότερα μπορεί να θεωρούνταν άλλες διαταραχές ή “κακή συμπεριφορά”.
- Πίεση από τα σχολεία: Τα σχολεία συχνά εντοπίζουν παιδιά με δυσκολίες προσοχής ή υπερκινητικότητα, οδηγώντας τους γονείς να αναζητήσουν διάγνωση.
- Κοινωνικοί και πολιτισμικοί παράγοντες: Ο τρόπος που αντιλαμβανόμαστε τη συμπεριφορά και τη συγκέντρωση μπορεί να επηρεάσει τις διαγνώσεις. Για παράδειγμα, σε έναν κόσμο όπου απαιτείται συνεχής συγκέντρωση, τα συμπτώματα της ΔΕΠΥ μπορεί να γίνονται πιο εμφανή.
- Υπερδιάγνωση: Υπάρχουν ανησυχίες ότι σε ορισμένες περιπτώσεις γίνεται υπερδιάγνωση, κυρίως λόγω της πίεσης για γρήγορη επίλυση προβλημάτων συμπεριφοράς ή ακαδημαϊκής απόδοσης.
Στις Ηνωμένες Πολιτείες:
- Σύμφωνα με δεδομένα από το CDC (Centers for Disease Control and Prevention), περίπου 9,8% των παιδιών ηλικίας 3-17 ετών έχει διαγνωστεί με ΔΕΠΥ (περίπου 6 εκατομμύρια παιδιά).
- Τα αγόρια διαγιγνώσκονται συχνότερα από τα κορίτσια, με ποσοστά 13% για τα αγόρια και 6% για τα κορίτσια.
- Η διάγνωση είναι πιο συχνή λόγω της ευρείας χρήσης των διαγνωστικών κατευθυντήριων γραμμών και της αυξημένης ευαισθητοποίησης.
Στην Ευρώπη:
- Τα ποσοστά είναι γενικά χαμηλότερα, με εκτιμήσεις που κυμαίνονται από 3-5% για τα παιδιά σχολικής ηλικίας.
- Διαφορές παρατηρούνται μεταξύ των χωρών, με τα χαμηλότερα ποσοστά να εμφανίζονται σε χώρες όπως η Γαλλία, όπου η ΔΕΠΥ αντιμετωπίζεται συχνά περισσότερο ως κοινωνικο-συμπεριφορικό πρόβλημα παρά ως νευροαναπτυξιακή διαταραχή.
- Η διαγνωστική προσέγγιση στην Ευρώπη είναι πιο συντηρητική σε σχέση με τις ΗΠΑ, και η χρήση φαρμακευτικής αγωγής είναι πιο περιορισμένη.
Παράγοντες που επηρεάζουν τη διαφορά στα ποσοστά
- Διαγνωστικά κριτήρια: Οι ΗΠΑ χρησιμοποιούν το DSM-5 (Diagnostic and Statistical Manual of Mental Disorders), ενώ στην Ευρώπη συχνά εφαρμόζεται το ICD-10 ή το ICD-11.
- Πρόσβαση σε υπηρεσίες υγείας: Στις ΗΠΑ, η διάγνωση μπορεί να ενθαρρύνεται λόγω ασφαλιστικών και εκπαιδευτικών πολιτικών, ενώ στην Ευρώπη οι διαδικασίες μπορεί να είναι πιο περιορισμένες.
Αυτά τα στοιχεία δείχνουν ότι οι διαφορές στα ποσοστά μπορεί να μην αντικατοπτρίζουν πραγματικές διαφορές στην εμφάνιση της διαταραχής, αλλά διαφορετικές προσεγγίσεις στη διάγνωση και τη διαχείρισή της.
Share This Post