Επιστήμονες αναφέρουν ότι μια νέα εξέταση αίματος που αναλύει τα λιπίδια θα μπορούσε να διευκολύνει τον εντοπισμό παιδιών που κινδυνεύουν από σοβαρές ασθένειες, όπως ο διαβήτης τύπου 2, οι ηπατικές και καρδιακές νόσοι.
Ερευνητές από το King’s College του Λονδίνου δήλωσαν ότι η εξέταση αξιοποιεί τη σχέση μεταξύ λιπιδίων και ασθενειών που επηρεάζουν τον μεταβολισμό στα παιδιά και μπορεί να λειτουργήσει ως σύστημα έγκαιρης προειδοποίησης για εν δυνάμει απειλητικές για τη ζωή ασθένειες.
Χρησιμοποιώντας μηχανήματα που ελέγχουν το πλάσμα αίματος σε βρέφη και τα οποία ήδη υπάρχουν στα νοσοκομεία, οι γιατροί θα μπορούσαν να εντοπίσουν νωρίτερα τα σημάδια ασθενειών στα παιδιά και να τα βοηθήσουν να λάβουν θεραπεία, σύμφωνα με τους ερευνητές.
Η κύρια συγγραφέας της μελέτης, Δρ Κριστίνα Λετζίντο-Κίγκλι, δήλωσε: «Για δεκαετίες, οι επιστήμονες βασίζονταν σε ένα σύστημα ταξινόμησης των λιπιδίων που τα χώριζε σε καλή και κακή χοληστερίνη, αλλά τώρα με μια απλή εξέταση αίματος μπορούμε να αξιολογήσουμε ένα πολύ ευρύτερο φάσμα λιπιδίων, τα οποία μπορεί να λειτουργήσουν ως σημαντικά πρώιμα προειδοποιητικά σημάδια για ασθένειες».
Η Λετζίντο-Κίγκλι, επικεφαλής του τμήματος συστημικής ιατρικής στο King’s College και του Κέντρου Διαβήτη Steno στην Κοπεγχάγη, δήλωσε ότι η εξέλιξη αυτή έχει σημαντικές επιπτώσεις.
«Στο μέλλον, αυτό θα μπορούσε να αποτελέσει έναν εντελώς νέο τρόπο αξιολόγησης του ατομικού κινδύνου ασθενειών, και μελετώντας πώς να τροποποιήσουμε τα λιπίδια στον οργανισμό, ίσως θα μπορούσαμε ακόμη και να προλάβουμε μεταβολικές ασθένειες όπως ο διαβήτης».
Τα ευρήματα της ομάδας δημοσιεύθηκαν στο περιοδικό Nature Medicine.
Τα αποτελέσματα αμφισβητούν την άποψη ότι η χοληστερίνη είναι η κύρια αιτία επιπλοκών που σχετίζονται με την παιδική παχυσαρκία, εντοπίζοντας νέα λιπίδια που συμβάλλουν σε κινδύνους για την υγεία, όπως η αρτηριακή πίεση, αλλά δεν συνδέονται αποκλειστικά με το βάρος του παιδιού.
Τα λιπίδια θεωρούνταν παραδοσιακά ότι είναι λιπαρά οξέα στον οργανισμό, είτε ως καλή ή κακή χοληστερίνη είτε ως τριγλυκερίδια. Ωστόσο, οι επιστήμονες πιστεύουν τώρα ότι η εικόνα είναι πιο πολύπλοκη.
Χρησιμοποιώντας μια τεχνική που ονομάζεται φασματομετρία μάζας, βρήκαν ότι οι τύποι λιπιδίων που υπάρχουν στον οργανισμό είναι χιλιάδες, καθένας με διαφορετική λειτουργία.
Με ένα δείγμα ελέγχου 1.300 παχύσαρκων παιδιών, η ομάδα αξιολόγησε τα λιπίδια στο αίμα τους. Στη συνέχεια, 200 από αυτά συμμετείχαν για έναν χρόνο στο πρόγραμμα Holbaek, μια παρέμβαση για τη βελτίωση του τρόπου ζωής που είναι δημοφιλής στη Δανία.
Οι μετέπειτα μετρήσεις έδειξαν ότι στην ομάδα που συμμετείχε στην παρέμβαση, τα επίπεδα λιπιδίων που σχετίζονται με τον κίνδυνο διαβήτη, την αντίσταση στην ινσουλίνη και την αρτηριακή πίεση μειώθηκαν, παρά τις περιορισμένες αλλαγές στον δείκτη μάζας σώματός τους (BMI).
Η Δρ Καρολίνα Σούλεκ, που πραγματοποίησε την ανάλυση στο Steno, δήλωσε: «Η έγκαιρη αναγνώριση των παιδιών που διατρέχουν κίνδυνο από αυτές τις απειλητικές για τη ζωή ασθένειες είναι κρίσιμη.
Η μελέτη παρέχει ισχυρές αποδείξεις για την ανάγκη διαχείρισης της παχυσαρκίας και δίνει στους γονείς τη σιγουριά να παρέμβουν στη ζωή των παιδιών τους με περισσότερη ευαισθησία, βοηθώντας τα να χάσουν βάρος».
Το επόμενο βήμα των ερευνητών είναι να κατανοήσουν πώς οι γενετικοί παράγοντες επηρεάζουν τα λιπίδια και τι σημαίνει αυτό για τις μεταβολικές ασθένειες, καθώς και πώς μπορούν να τροποποιηθούν αυτά τα λιπίδια για τη βελτίωση της υγείας.
Πηγή: Guardian