H υπερπροστατευτικότητα των γονιών αγχώνει τα παιδιά και καθυστερεί την ωρίμανσή τους


  • Η Αμερικανίδα αρθρογράφος, συγγραφέας και πρόεδρος της ΜΚΟ Let Grow για μια πιο ανεξάρτητη παιδική ηλικία Λένορ Σκενάζι, υποστηρίζει πως ο βομβαρδισμός από την τηλεόραση και από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης με εγκλήματα που αφορούν παιδιά, μεγαλώνει την ανασφάλεια των γονέων, με αποτέλεσμα η υπερπροστατευτηκότητα τους να μη τα βοηθά να ωριμάσουν.

    Σύμφωνα με τα όσα είπε στη Kathimerini «Διαβάζοντας όλα αυτά τα χρόνια τη βιβλιογραφία, οι ειδικοί συμφωνούν ότι έξω από το πολιτισμικό πλαίσιο, σε ό,τι αφορά την ανάπτυξη του εγκεφάλου τους, τα παιδιά ήδη από τα 5 τους είναι έτοιμα να κάνουν πολλά πράγματα μόνα τους, είναι έτοιμα να τα εμπιστευθούμε με ανεξαρτησία. Απλώς ως πολιτισμός έχουμε ξεχάσει ότι τα παιδιά είναι άνθρωποι με κάποιες ικανότητες από μόνα τους, ότι είναι φτιαγμένα να είναι περίεργα και ανθεκτικά. Όχι άθραυστα, αλλά αντι-εύθραυστα, όπως τα πράγματα που χρειάζονται λίγη πίεση για να γίνουν δυνατότερα, όπως για παράδειγμα το ανοσοποιητικό σύστημα. Χρειάζεται και να φοβηθούν και να απογοητευθούν για να μάθουν να τα αντιμετωπίζουν».

    Όμως όλο και λιγότεροι γονείς επιτρέπουν στα παιδιά τους να κυκλοφορήσουν μόνα τους στην πόλη, να πάνε στο σχολείο ή στις δραστηριότητες.  Σύμφωνα με την Λένορ Σκενάζι, ο λόγος που δεν αφήνουν οι γονείς τα παιδιά μόνα τους να βρίσκονται έξω είτε για να πάνε σχολείο είτε για να παίξουν είτε να κάνουν βόλτα με το ποδήλατο όπως τη δεκαετία του ’80, δεν είναι επειδή είναι  πιο επικίνδυνα έξω από ό,τι ήταν τότε, αλλά εξαιτίας των πληροφοριών που λαμβάνουν από την τηλεόραση και από το Ίντερνετ.

    “Αυτό που άλλαξε από τότε ήταν πως εμφανίστηκε η καλωδιακή τηλεόραση και οι 24ωρες ειδήσεις, και βέβαια αργότερα το Ιντερνετ. Διαπιστώθηκε ότι κάποιες ειδήσεις, όπως κάποιες πολύ προβεβλημένες απαγωγές παιδιών, κρατούσαν το κοινό κολλημένο στις οθόνες του και αυτό οδήγησε σε μια μεγάλη αναντιστοιχία ανάμεσα στο πόσο σπάνια είναι αυτά τα εγκλήματα –δόξα τω Θεώ– και πόσο συχνά τα βλέπουμε στην τηλεόραση», τόνισε.

    Χαρακτηριστικά επισήμανε πως είναι σαν κάποιος να χάκαρε τον εγκέφαλό μας. «Το μυαλό μας δουλεύει όπως το Google. Αν το ρωτήσω για μια καλή ταβέρνα στη γειτονιά μου, στο Κουίνς, θα μου προτείνει μερικές και θα κάνω μια κράτηση. Αν όμως ρωτήσω αν είναι ασφαλές το παιδί μου να περπατήσει μόνο του έως τη στάση του λεωφορείου, θα προκύψουν ιστορίες με λέξεις-κλειδιά την ασφάλεια, τη στάση λεωφορείου και τα παιδιά, που προφανώς θα είναι ιστορίες με παιδιά που δεν ήταν ασφαλή στη στάση, μια απαγωγή το 1979, μια άλλη τραγωδία το 1987 κ.ο.κ. Ο εγκέφαλός μας είναι εύκολο να ανασύρει αυτές τις ιστορίες, πάντα θυμάσαι μια τραγωδία.

    Μολονότι 170 εκατ. παιδιά γεννήθηκαν έπειτα από εκείνη την απαγωγή το 1979, δεν σκεφτόμαστε αυτά τα παιδιά να πηγαίνουν με ασφάλεια στο σχολείο, δεν μπορείς να κάνεις εικόνα τη βαρετή πραγματικότητα. Αντίθετα, αυτό που θυμάσαι είναι η εξαίρεση». Και όσο πιο εύκολο είναι για τον εγκέφαλό μας να ανασύρει μια ιδέα, τόσο πιο συνηθισμένη πιστεύει ότι είναι.

    Κάπως έτσι στις ΗΠΑ, αλλά και στην Ελλάδα, τα παιδιά έχουν καταλήξει να μην έχουν καθόλου ανεπιτήρητο χρόνο. Κάποιος τα πάει στο σχολείο, κάποιος άλλος τα παίρνει, κάποιος τα πάει στα αγγλικά ή το καράτε, κάποιος τα παίρνει, κάποιος τα πάει στην παιδική χαρά ή στο πάρκο και τα παρακολουθεί ενόσω παίζουν με τους φίλους τους. «Αρχίζουμε να υφαινόμαστε στο ύφασμα της ημέρας των παιδιών μας», όπως χαρακτηριστικά λέει η Σκενάζι. Κι αν δεν τα παρακολουθούμε εμείς, το κάνει για εμάς κάποια ηλεκτρονική συσκευή ή εφαρμογή.

    Όλα αυτά έχουν αποτέλεσμα παιδιά και γονείς να είναι γεμάτοι στρες.  Όπως λέει η ίδια, όταν πηγαίναμε εμείς στο σχολείο, οι μητέρες μας μάς έχαναν από τα μάτια τους όταν στρίβαμε από τη γωνία του δρόμου, οπότε μάθαιναν να μας εμπιστεύονται, να εμπιστεύονται τους γείτονες, το σχολείο. Αντίθετα με τις συσκευές παρακολούθησης δεν χρειάζεται να χτίσεις εμπιστοσύνη.

    Η Αμερικανίδα αρθρογράφος συμπληρώνει πως τα παιδιά μεγαλώνουν πιστεύοντας ότι είναι σε διαρκή κίνδυνο και πως ο γονιός κουβαλάει το φορτίο του φόβου που κάποτε ελάφραινε από το αίσθημα εμπιστοσύνης. Ότι το παιδί σου θα είναι καλά. Επομένως καταλήγει πως αντί όλες αυτές οι συσκευές να προσφέρουν ηρεμία και να επιτρέπουν να χαλαρώσουν οι γονείς, αυτό που κάνουν είναι το αντίθετο, αφού λένε ότι το να περπατάς έως το σχολείο είναι τόσο επικίνδυνο που καλό είναι κάποιος να κοιτάει.

    Ουσιαστικά τονίζει πως το να νομίζει κάποιος ότι μπορεί να ελέγχει τα πάντα είναι τρομακτικό συναίσθημα.

    Καταλήγοντας επισημαίνει πως οι γονείς ξεχνάνε πως τα πράγματα στο κόσμο είναι εκεί για τα παιδιά. Είναι οι φίλοι, είναι οι καλοί άγνωστοι, η ανθεκτικότητα του παιδιού και η ευρηματικότητά του και η ικανότητα αυτοσχεδιασμού και η ευφυΐα του.

    Όπως αναφέρει και η ίδια “Η ιδέα ότι είσαι ένα παντοδύναμο ον που μπορεί να τα κάνει όλα τέλεια για το παιδί του είναι νέα και ενέχει πολύ βαριά ευθύνη. Είναι σαν να απογυμνώνεις τον κόσμο από τα πάντα, εκτός από σένα και τους εγκληματίες».

    Πηγή : Kathimerini.gr


    Μοιραστείτε αυτό το άρθρο

  • Γράψτε το σχόλιο σας

    Kidshub